Πέμπτη 19 Αυγούστου 2010

Σκέψεις και συμπεράσματα από μια ανάγνωση

Της ΔΩΡΑΣ ΧΟΥΛΙΑΡΑ
Εκπαιδευτικού


Πολλές φορές, διαβάζοντας ένα κείμενο, στέκεσαι σε κάποιες έννοιες ή προτάσεις, που δεν διεκδικούν το βασικό πυρήνα του κειμένου, ωστόσο αποτελούν, για έναν διεισδυτικό αναγνώστη το «κλειδί» κατανόησης και ερμηνείας της βαθύτερης νοοτροπίας του γράφοντος.

Θέλω να πω ότι στις μέρες μας, λίγο πολύ, τα συνήθη λεκτικά «κλισέ» είναι γνωστά και αναγνωρίσιμα και υιοθετούνται από τη συντριπτική πλειονότητα αυτών που εκφέρουν (προφορικά ή γραπτά) δημόσιο λόγο. Έχουμε φτάσει πια, λέξεις ευήκοες για το πλατύ κοινό να χρησιμοποιούνται από όλους τους πολιτικούς σχηματισμούς –ανεξάρτητα από τη σημασία τους- και να καταλήγουμε συχνά να διαβάζουμε ή να ακούμε αυτό που αποκαλείται κοινώς «ξύλινη γλώσσα». Ως εκ τούτου, αυτό που -δασκαλίστικα θα το πω- λέμε κεντρική ιδέα ενός κειμένου να είναι όμοια ή συναφής σε πολλά γραπτά.
Το γεγονός αυτό πραγματικά δε βοηθάει τον αποδέκτη ενός μηνύματος να κατανοήσει ή να αντιληφθεί με μια ανάγνωση ή ένα άκουσμα την πρόθεση ή και τη νοοτροπία του λέγοντος ή γράφοντος και να παγιδεύεται σε μεγαλοστομίες και λεκτικά «χαϊδέματα».
Αφορμή για το σημερινό άρθρο, αποτέλεσε η ανάγνωση της συνέντευξης του Φώτη Κουβέλη, στο προηγούμενο φύλλο της παρούσας εφημερίδας (6/8/10). Βέβαια, ο πολιτικός λόγος του Φώτη Κουβέλη δεν μπορεί να συγκαταλεγεί στα τρέχοντα πολιτικά «ποιήματα», μιας και είναι γενικότερα αποδεκτό –από φίλους ή μη- η ιδιαίτερη ποιότητα πολιτικής έκφρασης που διαθέτει. Ωστόσο, επειδή το σύγχρονο πολιτικό κατεστημένο μάς έχει μετατρέψει από υποψιασμένους σε καχύποπτους, προσωπικά έψαξα πολύ το κείμενο για να αναζητήσω στοιχεία που αποκαλύπτουν κάτι διαφορετικό, που το θεωρώ απαραίτητο για έναν καινούριο πολιτικό φορέα.
Δε διεκδικώ την ιδιότητα και το προνόμιο της πολιτικής αναλύτριας ούτε έχω τη ματαιοδοξία της παντογνώστριας και της πανέξυπνης. Και σε καμία περίπτωση δε χρεώνομαι την πρόθεση του προπαγανδιστή για ένα άτομο που η πολιτική αυτάρκεια και το ήθος, δε τη χρειάζεται.
Εκθέτω τις σκέψεις με την ιδιότητα του μέσου πολίτη, που οφείλει να ερμηνεύει και να αποκωδικοποιεί τον πολιτικό λόγο και όχι να τον αποδέχεται άκριτα.
Έτσι λοιπόν και μέσα από αυτή την οπτική, στέκομαι σε κάποια σημεία της συνέντευξης που για μένα αποτελούν στοιχεία θετικής υπέρβασης των πολιτικών και κομματικών κατεστημένων.
Πρώτο σημείο και σημαντικό η αποστροφή στο δογματισμό και την αυταρχική κομματική εξουσία. Ουσιαστικά δηλαδή, εδώ φαίνεται η διάθεση για ένα νέο τρόπο πολιτικής ανάπτυξης ενός φορέα, που δεν απαιτεί «προσκύνημα» σε κομματικά θέσφατα και πανίσχυρους κομματάρχες, σε κατευθυνόμενες διαδικασίες, σε «χαρτάκια» με εκλεκτούς υποψήφιους, σε αντιλήψεις ντε φάκτο απαράβατες και απαραβίαστες, αλλά σε έναν πολιτικό οργανισμό, που δρα και αναδιαρθρώνεται συγχρόνως, μέσα στο καμίνι της πολιτικής πραγματικότητας.
Γίνεται λόγος για την «Αριστερά της ευθύνης», που μας απομακρύνει από το μοντέλο μιας αριστεράς αλαλάζουσας και αναποτελεσματικής. Και είμαι υπεύθυνος σημαίνει κρίνω, επικρίνω, εγκρίνω, απορρίπτω και μέσα από πολιτική ζύμωση, προτείνω και παίρνω σαφή θέση στα εκάστοτε πολιτικά δρώμενα.
Όχι μόνο σημαντική, αλλά και ανατρεπτική για χρόνια κομματικά νοσήματα η αντίληψη, που απορρίπτει την κομματική καταγραφή σε εκλογικές διαδικασίες, που δε γίνονται γι’ αυτό το σκοπό. Δηλαδή, δεν «κατεβάζω», υποψήφιους στην αυτοδιοίκηση μόνο για να καταγράψω το ποσοστό. Πόσες φορές δεν έχουμε παγιδευτεί σε αυτή τη λογική (;) και πόσες φορές η ψήφος μας σε ικανά πρόσωπα δεν έχει μεταφραστεί τεχνηέντως και σκοπίμως ως ψήφος στο κόμμα που έχρισε τον υποψήφιο; Έτσι αναβαθμίζεται ο ρόλος των εκλογών για Τοπική Αυτοδιοίκηση, οι οποίες παύουν να αποτελούν πρόβα για τις εθνικές εκλογές.
Η ειλικρινής παραδοχή ότι το πολιτικό σύστημα αποσυντίθεται, αποτελεί όχι μόνο δείγμα γενναίας αυτοκριτικής, αλλά και υπέρβαση της αυταρέσκειας και του βολέματος που διασφαλίζει στους/στις σύγχρονους πολιτικούς η υφιστάμενη κομματική πραγματικότητα, που κοντολογίς στηρίζεται στη λογική «κρατήστε μου γερά και στέρεα τη σκάλα, στην οποία είμαι ανεβασμένος, για να σας επιτρέπω να είστε οι βαστάζοι μου».
Και βέβαια η απόδοση της μέγιστης σημασίας στην ενότητα των αριστερών δυνάμεων, μιας και ο ρόλος, το όραμα αλλά και η πολιτική λογική της αριστεράς είναι να ενώνει το λαό και όχι να τον διαιρεί. Να ενώνει το λαό για να διασφαλίζεται η δύναμή του, για να αφυπνίζεται από το τέλμα της πολικής απογοήτευσης και του αδιέξοδου, να υπερβεί την πίκρα που έχει κάθε προδομένος, να απεξαρτηθεί από κομματικούς μεσσίες, να μπορεί να ελπίζει, να μπορεί να ονειρεύεται, ώστε να έχει λόγο να συνεισφέρει, να αγωνίζεται, να συνδιαμορφώνει, και να συνδημιουργεί.

Δεν υπάρχουν σχόλια: